Η Ζ. ήταν πάντα μια γυναίκα αρκετά περήφανη
και με ανεξάρτητο χαρακτήρα. Έπεσε στα δίχτυα του έρωτα μικρή, τότε που δεν εξέταζε
όσα ένιωθε και της αρκούσε να τα νιώθει. Παντρεύτηκε όμως κι ο έρωτάς της χάλασε,
ο σύντροφός της χάλασε, η σχέση τους χάλασε κι όλ’ αυτά χάλασαν την καρδιά της και
η καρδιά της χάλασε το γάμο.
Της έμεινε ένα παιδί από αυτή τη σχέση, μια
κορούλα, αυτή τα υπερκάλυπτε όλα με το φως της κι η ίδια ένιωθε για όλα χαλάλι.
Η εμπιστοσύνη της στους ανθρώπους κλονίστηκε από
τότε, καθώς συνειδητοποιούσε το φαίνεσθαι και το είναι των ανθρώπων, που το δεύτερο
το φανέρωναν στις πιο στενές τους σχέσεις.
Ωστόσο το αίμα της παρέμεινε θερμό και οι
νύχτες της τη βασάνιζαν, πράγμα που την οδήγησε κάποια στιγμή να συνειδητοποιήσει πως είχε ένα κίνητρο να πέσει σε λάθος.
Παρόλη τη φλόγα και τη φαγούρα της είχε έναν
τρόπο να εξετάζει τους ανθρώπους και να μην αφήνει τους δαίμονες να την
εξουσιάζουν.
Με τον καιρό ανέπτυξε προσωπικά κριτήρια, που
δεν ήταν άλλα παρά όσα την ανατρίχιαζαν και της χάριζαν μια γλυκιά συναισθηματική
εξέγερση, που διαπίστωσε έκπληκτη να είναι σωματική. Ένα από τα κριτήρια αυτά
ήταν η ευφυΐα των αντρών που υποσκέλιζε ακόμα και τα ψεγάδια του σώματός τους.
Δεν μπορούσε να το εξηγήσει αλλά ένιωθε ερωτικά από το λόγο τους, παρά από όσα της
επέστρεφε το βλέμμα της. Σε αντίθεση με τους άντρες που τους καταλάβαινε να
φουντώνουν καθαρά από τη θέα.
Η ωριμότητά της τη δασκάλεψε να στραφεί σε
ωριμότερες ηλικίες αντρών, επειδή οι συνομήλικοι και λίγο μεγαλύτεροί της… τους
καταλάβαινε να παίζουν βόλους. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά το παιγνίδι το μετέφεραν
στην καρδιά της και προκειμένου διαρκώς να πληρώνει… αποφάσισε να παίζει με τα
ρέστα της.
Η Ζ. στράφηκε λοιπόν στους έξυπνους ανθρώπους όμως
παρέμεινε με τον εαυτό της εξεταστική, έτσι συνέχισε να διαπιστώνει και σε αυτούς
πολλές και μεγάλες ατέλειες και άσχημα χαρακτηριστικά στο χαρακτήρα τους, που της
χαλούσαν τη διάθεση και την έριχνα στον καιάδα.
Κάποια στιγμή συνειδητοποίησε πως η ευφυΐα
ήταν μόνο ένα παιχνίδισμα του φωτός, που τη γλύκαινε πάντα στιγμιαία και της έφερνε
έξαψη. Μα αν η ευφυΐα ήταν μόνο ένα παιχνίδισμα του φωτός που τη γλύκαινε και της
έφερνε έξαψη… τότε το ίδιο το φως τι ήταν; Και πόσα θα μπορούσε να της φέρει να
νιώσει;
Όταν συνειδητοποίησε αυτά οι αναλαμπές και οι
σπίθες μέσα σ' ένα σκοτεινό δωμάτιο δε της αρκούσαν πια κι αποφάσισε ν'
αναζητήσει στους ανθρώπους τη σοφία.
Όμως και η σοφία κάποια στιγμή την κούρασε και
την έκανε να κοιτάξει βαθύτερα μέσα της. Τότε αναζήτησε στους ανθρώπους την καλοσύνη
και κατάλαβε, πως αν ήθελε το ανώτερο και το πιο υψηλό των αισθήσεων… θα
μπορούσε να της το φέρει μόνο η καλοσύνη.
Ικανοποιημένη πλήρως πια η Ζ. είχε ανακαλύψει σ’
έναν άντρα την ύψιστη ηδονή στη ζωή της, την ηδονή της καλοσύνης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου